ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, ΓΕΝ. ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ, ΑΤΖΕΝΤΑ
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ
ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
ΑΤΖΕΝΤΑ
Λουξεμβούργο, 18/12/2015
Υπηρεσία Τύπου
και Πληροφόρησης
Ελληνικό Τμήμα
https://www.clipartbest.com/cliparts/9cR/ERr/9cRERrKce.png
(Ανεπίσημο έγγραφο, με την επιφύλαξη τροποποιήσεων)
ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ
Τετάρτη 23 Δεκεμβρίου
ΔΕΕ: Απόφαση στην υπόθεση Επιτροπή κατά Ελλάδας (EL- Ιατροί-Ανώτατος εβδομαδιαίος χρόνος εργασίας-Ελάχιστος χρόνος ανάπαυσης)
ΔΕΕ: Απόφαση στις υποθέσεις Air France-KLM και Hop ! – Brit Air (FR- Φορολογία- Φόρος προστιθεμένης αξίας)
ΔΕΕ: Απόφαση στην υπόθεση Scotch Whisky Association (EN- Ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων- Kατώτατη τιμή λιανικής πωλήσεως των οινοπνευματωδών ποτών)
ΔΕΕ: Προτάσεις στις υποθέσεις Πολωνία κατά Κοινοβουλίου και Συμβουλίου, Pillbox 38, και Philip Morris (PL-EN, Λειτουργία εσωτερικής αγοράς- Προϊόντα καπνού)
Τετάρτη 13 Ιανουαρίου 2016
ΔΕΕ: Ακροατήριο στην υπόθεση Caretta caretta (EL- Προστασία περιβάλλοντος- Παράβαση οδηγίας)
Πέμπτη 14 Ιανουαρίου 2016
ΔΕΕ: Απόφαση στην υπόθεση Επιτροπή κατά Ελλάδας (EL- Τελωνειακός Κώδικας- Τέλος Ταξινόμησης)
Τετάρτη 23 Δεκεμβρίου
ΔΕΕ: Απόφαση στην υπόθεση Επιτροπή κατά Ελλάδας (EL- Ιατροί-Ανώτατος εβδομαδιαίος χρόνος εργασίας-Ελάχιστος χρόνος ανάπαυσης)
C-180/14 Επιτροπή κατά Ελλάδας
Η οδηγία 2003/88/ΕΚ καθορίζει τις στοιχειώδεις προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας όσον αφορά την οργάνωση του χρόνου εργασίας. Παρεκκλίσεις είναι δυνατόν να επιτρέπονται στην περίπτωση ασκούμενων γιατρών.
Η Ελλάδα μετέφερε την οδηγία στο εθνικό δίκαιο, και για τους ιατρούς που απασχολούνται σε δημόσιες υπηρεσίες υγείας, με το προεδρικό διάταγμα 88/1999. Στη συνέχεια, μετέφερε την οδηγία όσον αφορά τους ασκούμενους ιατρούς, με το προεδρικό διάταγμα 76/2005.
Το προεδρικό διάταγμα 88/1999 προβλέπει, σύμφωνα με την οδηγία, ότι η μέγιστη εβδομαδιαία διάρκεια εργασίας, συμπεριλαμβανομένων των υπερωριών, δεν μπορεί να υπερβαίνει, ανά περίοδο το πολύ τεσσάρων (4) μηνών τις σαράντα οκτώ (48) ώρες κατά μέσο όρο.
Το προεδρικό διάταγμα 76/2005 προβλέπει ότι, κατά μέσο όρο, ο εβδομαδιαίος χρόνος εργασίας των ασκούμενων (ειδικευόμενων) ιατρών στις δημόσιες υπηρεσίες υγείας, ανά περίοδο έξι (6) μηνών, δεν μπορεί να υπερβαίνει τις πενήντα δύο (52) ώρες κατά μέσο όρο, για την περίοδο από 1η Αυγούστου 2009 έως 31η Ιουλίου 2012. Το όριο αυτό υπερβαίνει τα επιτρεπόμενα από την οδηγία.
Ωστόσο, η εφαρμογή των δύο αυτών διατάξεων στους ιατρούς ή στους ασκούμενους ιατρούς στις δημόσιες υπηρεσίες υγείας ανεστάλη με μία σειρά εθνικών μέτρων που άρχισαν να ισχύουν (το αργότερο) στις 30 Ιανουαρίου 2004.
Επιπλέον, από τις καταγγελίες που υπέβαλαν στην Επιτροπή δέκα διαφορετικές ενώσεις ελλήνων ιατρών προκύπτει ότι οι εργαζόμενοι αυτοί υποχρεώνονταν βάσει της εθνικής νομοθεσίας, αλλά και στην πράξη, να εργάζονται κατά μέσο όρο εβδομαδιαίως από 60 έως 72 ώρες (μισθωτοί ιατροί) και από 71 έως 93 ώρες (ασκούμενοι ιατροί). Υποχρεώνονταν επίσης σε τακτική βάση να εργάζονται έως και 32 ώρες χωρίς διακοπή στον χώρο εργασίας και να μην πραγματοποιούν τις ελάχιστες ημερήσιες και εβδομαδιαίες περιόδους ανάπαυσης, χωρίς ισοδύναμες περιόδους αντισταθμιστικής ανάπαυσης.
Η Επιτροπή ζητεί από το Δικαστήριο να διαπιστώσει ότι:
– μη έχοντας προβλέψει ή/και μη έχοντας εφαρμόσει ανώτατο εβδομαδιαίο χρόνο εργασίας που να μην υπερβαίνει τις 48 ώρες και
– μη έχοντας εξασφαλίσει ελάχιστο ημερήσιο και εβδομαδιαίο χρόνο ανάπαυσης ούτε αντισταθμιστική περίοδο ανάπαυσης που να διαδέχεται άμεσα το χρόνο εργασίας που υποτίθεται ότι θα αντισταθμίσει,
η Ελληνική Δημοκρατία παρέβη τις υποχρεώσεις που ορίζουν τα άρθρα 3, 5 και 6 της οδηγίας 2003/88/ΕΚ.
▲
ΔΕΕ: Απόφαση στις υποθέσεις Air France-KLM και Hop ! – Brit Air (FR- Φορολογία- Φόρος προστιθεμένης αξίας)
C-250/14 KLM κατά Ministère des finances et des comptes publics και C-289/14 Brit Air SA κατά Ministère des finances et des comptes publics
Από το 1999, στις πτήσεις εσωτερικού που υπόκεινται σε φόρο προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ), η Air France-KLM, παρακρατούσε όλα τα ποσά που κατέβαλλαν οι πελάτες της για εισιτήρια χωρίς δικαίωμα αλλαγής, τα οποία έπαψαν να ισχύουν λόγω μη εμφάνισης των πελατών κατά την επιβίβαση, ή για εισιτήρια που παρείχαν δικαίωμα αλλαγής του οποίου όμως δεν έγινε χρήση εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας, χωρίς να αποδίδει στη φορολογική αρχή τον ΦΠΑ επί του προϊόντος της πώλησης των εισιτηρίων αυτών, με το επιχείρημα ότι τα έσοδα αυτά δεν μπορούσαν να συνδεθούν με την εκτέλεση παροχής υπηρεσιών μεταφοράς και ότι αποτελούσαν στο σύνολό τους αποζημιώσεις λόγω καταγγελίας της σύμβασης, οι οποίες δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του φόρου. Μετά από λογιστικό έλεγχο, η φορολογική αρχή ζήτησε αναδρομικά, για την περίοδο από 1ης Απριλίου 2000 έως 31 Μαρτίου 2003, την απόδοση του ΦΠΑ με μειωμένο συντελεστή 5,5 % για τα ποσά που αντιστοιχούν στην πώληση των εισιτηρίων αυτών. Η εταιρία άσκησε αίτηση αναίρεσης κατά της απόφασης.
Η Brit Air εκμεταλλευόταν εμπορικές αερογραμμές στο πλαίσιο σύμβασης δικαιόχρησης με την Air France. Έτσι, η Air France εισέπραττε το τίμημα των εισιτηρίων από τους πελάτες και το απέδιδε στην Brit Air για κάθε επιβάτη που αυτή μετέφερε. Κατόπιν λογιστικού ελέγχου, η φορολογική αρχή ζήτησε αναδρομικά, για την περίοδο από 1ης Απριλίου 2001 έως 31 Αυγούστου 2005, την απόδοση του ΦΠΑ για τα ποσά που είχε εισπράξει από την εταιρία Air France.
Το Conseil d’État ζητά από το Δικαστήριο μέσω προδικαστικού ερωτήματος να απαντήσει εάν έχουν οι διατάξεις της οδηγίας 77/388/ΕΟΚ την έννοια ότι η έκδοση του εισιτηρίου μπορεί να εξομοιωθεί με την πραγματική εκτέλεση της παροχής μεταφοράς και ότι τα ποσά που παρακρατεί μια αεροπορική εταιρία σε περίπτωση που ο κάτοχος αεροπορικού εισιτηρίου δεν χρησιμοποιήσει το εισιτήριό του, με αποτέλεσμα η ισχύς αυτού να λήξει, υπόκεινται στον ΦΠΑ, και εάν στην περίπτωση αυτή, πρέπει ο εισπραχθείς φόρος να αποδοθεί στο δημόσιο ταμείο ήδη από τον χρόνο εισπράξεως του τιμήματος, έστω και αν το ταξίδι ενδέχεται να μην πραγματοποιηθεί με ευθύνη του πελάτη.
▲
ΔΕΕ: Απόφαση στην υπόθεση Scotch Whisky Association (EN- Ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων- Kατώτατη τιμή λιανικής πωλήσεως των οινοπνευματωδών ποτών)
C-333/14 The Scotch Whisky Association e.a κατά The Lord Advocate, the Advocate General for Scotland
Το Μάιο του 2012, προκειμένου να περιορισθεί η κατανάλωση οινοπνεύματος, το Κοινοβούλιο της Σκωτίας ψήφισε την Alcohol (Minimum Pricing) (Scotland) Act 2012, περί απαγόρευσης πώλησης οινοπνεύματος σε τιμή χαμηλότερη από μια κατώτατη τιμή, που υπολογίζεται σε συνάρτηση με την περιεκτικότητα σε οινόπνευμα. Κατόπιν της ψήφισης αυτού του νόμου, το σκωτσέζικο υπουργικό συμβούλιο κατάρτισε το Alcohol (Minimum Price per Unit) (Scotland) Order 2013, που καθορίζει την κατώτατη τιμή ανά μονάδα οινοπνεύματος σε 0,50 λίρες στερλίνες (GBP).
Στο πλαίσιο μιας διαφοράς μεταξύ τριών ενώσεων παραγωγών οινοπνευματωδών ποτών, ήτοι της The Scotch Whisky Association, της Confédération européenne des producteurs de spiritueux και της Comité européen des entreprises vins (CEEV), αφενός, και των Lord Advocate και Advocate General for Scotland, αφετέρου, το Court of Session υπέβαλε στο Δικαστήριο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως, ερωτώντας αν κατ’ ορθή ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης περί της κοινής οργάνωσης της αγοράς οίνου, και πιο συγκεκριμένα του κανονισμού (ΕΕ) 1308/2013, επιτρέπεται σε κράτος μέλος να θεσπίσει εθνικό μέτρο με το οποίο ορίζει κατώτατη τιμή λιανικής πώλησης του οίνου σε συνάρτηση με την ποσότητα του οινοπνεύματος στο προς πώληση προϊόν, παρεκκλίνοντας με τον τρόπο αυτό από τον κανόνα της ελεύθερης διαμόρφωσης της τιμής από τις δυνάμεις της αγοράς, ο οποίος διέπει υπό άλλες συνθήκες τη λειτουργία της αγοράς οίνου.
▲
ΔΕΕ: Προτάσεις στις υποθέσεις Πολωνία κατά Κοινοβουλίου και Συμβουλίου, Pillbox 38, και Philip Morris (PL-EN, Λειτουργία εσωτερικής αγοράς- Προϊόντα καπνού)
C-358/14 Δημοκρατία της Πολωνίας κατά Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, C-477/14 Pillbox 38 κατά Secretary of State for Health, C-547/14 Philip Morris Brands SARL, Philip Morris Limited και British American Tobacco UK Limited κατά Secretary of State for Health
Τον Απρίλιο του 2014, ύστερα από πρόταση της Επιτροπής, υιοθετήθηκε η οδηγία 2014/40/ΕΕ με την οποία τα θεσμικά όργανα σκοπεύουν στην διευκόλυνση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς όσον αφορά την εμπορία προϊόντων καπνού και στην εγγύηση ενός αυξημένου επίπεδου προστασίας της υγείας. Μερικές από τις διατάξεις της ως άνω οδηγίας προβλέπουν την απαγόρευση προϊόντων καπνού με χαρακτηριστικό άρωμα μεταξύ των οποίων και τα τσιγάρα μινθόλης αλλά και τα ηλεκτρονικά τσιγάρα. Η Pillbox 38 είναι εταιρία κατασκευής και λιανικής πώλησης ηλεκτρονικών τσιγάρων και συναφών προϊόντων. Στην Πολωνία, όπως και στη Φιλανδία, Σλοβακία, Σουηδία και Εσθονία τα τσιγάρα μινθόλης κατέχουν υψηλή θέση στην αγορά προϊόντων καπνού.
Η Πολωνία, η Pillbox 38 και η Philip Morris ζητούν από το Δικαστήριο να κηρύξει άκυρες ορισμένες διατάξεις της οδηγίας 2014/40/ΕΕ. Προβάλουν ως λόγους ακύρωσης τη δημιουργία εμποδίων στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και την παραβίαση των αρχών της αναλογικότητας και της επικουρικότητας.
▲
Τετάρτη 13 Ιανουαρίου 2016
ΔΕΕ: Ακροατήριο στην υπόθεση Caretta caretta (EL- Προστασία περιβάλλοντος- Παράβαση οδηγίας)
C-504/14 Επιτροπή κατά Ελλάδας
Η περιοχή “Θίνες Κυπαρισσίας” έχει μεγάλη οικολογική αξία λόγω ενός εκτεταμένου οικοσυστήματος αμμοθινών και εξαιτίας της θαλάσσιας χελώνας Caretta caretta η οποία σύμφωνα με οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι «απειλούμενο» είδος. Η εν λόγω περιοχή αποτελεί μια από τις σημαντικότερες περιοχές φωλιάσματος για το είδος Caretta caretta στην Ελλάδα και στην Μεσόγειο. Στην περιοχή παρατηρήθηκαν ανθρώπινες δραστηριότητες που επηρεάζουν το οικοσύστημα της περιοχής και σχετίζονται με την αμμοληψία, τον καθαρισμό της βλάστησης των αμμοθινών, την ισοπέδωση των αμμοθινικών σχηματισμών για τους επισκέπτες και την επέκταση των καλλιεργούμενων εκτάσεων στο αμμώδες υπόστρωμα κοντά στη θάλασσα, το άνοιγμα νέων δρόμων και την οικοδομική δραστηριότητα στο σύστημα των αμμοθινών.
Με επιστολές της, τον Αύγουστο του 2010, η Επιτροπή ζήτησε από τις ελληνικές αρχές να πληροφορηθεί για τον τρόπο με τον οποίο εφαρμόζονται οι διατάξεις της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ στην εν λόγω περιοχή. Ύστερα από την ανάλυση των απαντητικών επιστολών, η Επιτροπή έκρινε ότι η Ελλάδα είχε παραβιάσει τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει της εν λόγω οδηγίας.
H Επιτροπή ζητεί από το Δικαστήριο να διαπιστώσει ότι η Ελλάδα:
– παραλείποντας να λάβει τα απαιτούμενα μέτρα για να θεσπίσει και να εφαρμόσει ένα αποτελεσματικό καθεστώς αυστηρής προστασίας της θαλάσσιας χελώνας Caretta caretta στον κόλπο της Κυπαρισσίας κατά τρόπο που να αποφεύγεται κάθε παρενόχληση του εν λόγω είδους κατά την περίοδο αναπαραγωγής του και κάθε δραστηριότητα η οποία μπορεί να προκαλέσει βλάβη ή καταστροφή των τόπων αναπαραγωγής του και
– έχοντας επιτρέψει (χωρίς τη διενέργεια καμίας δέουσας εκτίμησης επιπτώσεων) παρεμβάσεις οι οποίες είναι δυνατόν να επηρεάζουν σημαντικά την εν λόγω περιοχή, μειώνοντας και καταστρέφοντας την περιοχή φωλιάσματος του είδους προτεραιότητας Caretta caretta και, τέλος, μειώνοντας και καταστρέφοντας τους οικότυπους αμμοθινών 2110, 2220 και τον οικότοπο προτεραιότητας 2250,
παρέβη τις υποχρεώσεις εκ της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ , για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας.
▲
Πέμπτη 14 Ιανουαρίου 2016
ΔΕΕ: Απόφαση στην υπόθεση Επιτροπή κατά Ελλάδας (EL- Τελωνειακός Κώδικας- Τέλος Ταξινόμησης)
C-66/15
Τα άρθρα 56 έως 62 της ΣΛΕΕ απαγορεύουν την εφαρμογή οποιασδήποτε εθνικής νομοθετικής ρύθμισης που έχει ως αποτέλεσμα να καθίσταται η παροχή υπηρεσιών μεταξύ κρατών μελών δυσκολότερη απ’ ότι η παροχή υπηρεσιών που πραγματοποιείται αποκλειστικώς στο εσωτερικό ενός κράτους μέλους.
Κατά τον ελληνικό τελωνειακό κώδικα, πρόσωπα εγκατεστημένα στο εσωτερικό της χώρας δεν επιτρέπεται να κατέχουν ή να κυκλοφορούν, πέρα από συγκεκριμένη προθεσμία, κοινοτικά οχήματα χωρίς την καταβολή του τέλους ταξινόμησης. Το τέλος ταξινόμησης καταβάλλεται άπαξ και δεν προβλέπεται κατά κανένα τρόπο μερική ή ολική επιστροφή, εφόσον ο υπολογισμός του δεν συνδέεται με τη διάρκεια της κυκλοφορίας του οχήματος, αλλά με την ταξινόμηση καθαυτή.
Η Επιτροπή θεωρεί ότι η επιβολή τέλους ταξινόμησης στην Ελλάδα αυτή καθαυτή δεν είναι ασυμβίβαστη με το δίκαιο της ΕΕ. Εντούτοις, η επιβολή πλήρους τέλους ταξινόμησης σε ένα κράτος μέλος για όχημα ταξινομημένο σε άλλο κράτος μέλος καθιστά δυσχερείς τις διασυνοριακές συμβάσεις leasing και αντιβαίνει στις αρχές της ΣΛΕΕ όπως στην αρχή της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών.
Η Επιτροπή ζητεί από το Δικαστήριο να αναγνωρίσει ότι η Ελλάδα, εισπράττοντας ολόκληρο το ποσό του τέλους ταξινόμησης κατά την ταξινόμηση οχήματος μισθωμένου ή χρησιμοποιούμενου με χρηματοδοτική μίσθωση από πελάτη που είναι κάτοικος Ελλάδας από προμηθευτή εγκατεστημένο σε άλλο κράτος μέλος, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη η διάρκεια της σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης ή της σύμβασης ενοικίασης και η διάρκεια χρήσης του εν λόγω οχήματος στο εθνικό έδαφος της Ελλάδος, παραβαίνει τις υποχρεώσεις της δυνάμει των άρθρων 56 έως 62 της ΣΛΕΕ σχετικά με την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών.
▲